Έφυγα για λίγο από την αστική βρώμα. Ταξιδάκι σε μέρη γνωστά αλλά άγονα και γι αυτό ξεχασμένα. Εκεί που κυκλοφορούσε ο Παν. Εκεί που είχε τα λημέρια του ο Θοδωρής. Στα όρη, στ’ άγρια βουνά, στις ράχες, στα λαγκάδια.
Γήινος χρόνος ταξιδιού 2,5 ώρες (από την Αθήνα). Φαίνεται όμως ότι διάβηκα κάποια χρονοθυρίδα και βρέθηκα ... 50 χρόνια πίσω!
Κρύο παιδιά. Όταν οι άλλοι ψάχνουν για δροσιά, εκεί χρειάζεσαι ζακέτα το απόγευμα και κουβέρτα το βράδυ (μάλλινη, όχι πικέ και αηδίες).
Δεν ήταν όμως αυτό που με συγκλόνισε. Άλλα ήτανε. Για πάρτε μια γεύση:
Η γιαγιά (80φεύγα-90έλα) που μας σερβίρισε (ένα κρύο νεράκι για καλωσόρισμα) χρησιμοποίησε αυτά. Τα θυμάστε;
Εντάξει, ποτέ δεν ξέρεις τι θα βρεις σε ορεινό χωριουδάκι, σε καλυβάκι χτισμένο το ’50 όπου ζει γερόντισσα αγρότισσα που δεν αγγίζει ο χρόνος, αλλά διαφημιστικά ποτήρια του Ταμ-Ταμ και του κρασιού Πλάκα από το ’60, σχεδόν ολοκαίνουργα και ετοιμοπόλεμα, δεν το χωράει ο νους έτσι;
Και μετά από πολλή κουβέντα και επειδή είχε μεσημεριάσει και πεινάσαμε, είπαμε να φάμε ελαφρά, μια σαλάτα, έτσι για να μην προσβάλουμε αλλά ούτε και να κουράσουμε τη γιαγιά.
Μετά τα ποτήρια για-συλλέκτες-μόνο, νέα ταραχή:
Παιδιά προσέξτε τη σαλάτα. Δηλαδή τι να προσέξετε; Έπρεπε να νιώθατε τη μυρωδιά, τη γεύση. Δεν πρόλαβε να τα καθαρίσει και παραλίγο να λιποθυμήσουμε. Γέμισε ο αέρας από οσμές φρεσκάδας που δεκαετίες είχαν να αισθανθούν οι μύτες μας. Και όταν δοκιμάσαμε, τρώγαμε ψαχνό. Τραγανό, γλυκό και αρωματικό. Παρατηρήστε το αγγουράκι με τα ελάχιστα σπόρια και το χρώμα της ντομάτας. Περιττό βέβαια να σας πω ότι όποιος ήθελε κι άλλη, δεν είχε παρά να απλώσει το χέρι του έξω από το παράθυρο. Αυτά τα αγνά πράγματα φυτρώνανε στο διπλανό περιβολάκι.
Ενθουσιαστήκαμε, ευχαριστήσαμε, κάναμε άπειρες βόλτες στο χωριό (ρημαγμένο, ελάχιστοι νοματαίοι άπαντες υπέργηροι, απελπισία) και στις ραχούλες, ξεποδαριαστήκαμε, φάγαμε και κάτι σάντουιτς που είχαμε μαζί μας και κατά το σούρουπο γυρίσαμε.
Η γερόντισσα δεν είχε πει την τελευταία της λέξη. Έβγαλε καρπουζάκι:
Προσέξτε πάλι (δηλαδή τι να προσέξετε κτλ κτλ). Το καρπούζι δεν φύτρωνε εκεί, το είχαν φέρει από διπλανό νομό, αλλά ήτανε ... καρπούζι! Ψαχνό, τραγανό κτλ κτλ.
Τόλμησα, ο αδαής, να ανοίξω κουβέντα (περί αγνών περιβολιών, μεταλλαγμένων κτλ) και νέα έκπληξη διαδέχθηκε το γευστικό σοκ: έβγαλα λαυράκι. Έμαθα γιατί αυτά τα ρημαδοκάρπουζα που τρώμε τα τελευταία χρόνια μπορεί να είναι κόκκινα, ζουμερά, δροσιστικά, αλλά ... καρπούζια δεν είναι. Δεν μυρίζουν καρπούζι, δεν έχουν γεύση καρπούζι (οι τσίχλες με τεχνητό-χημικό άρωμα καρπουζιού είναι πιο εύγευστες!).
Το μυστικό είναι ... η κολοκυθιά!
Πριν πολλά χρόνια κάποιοι ξύπνιοι παραγωγοί, προκειμένου να προλάβουν τις αγορές του Βορρά και να εξάγουν καρπούζια ΠΡΙΝ από τους ανταγωνιστές των άλλων μεσογειακών χωρών, άρχισαν να κεντρώνουν καρπούζια στις κολοκυθιές! Η καρπουζιά η καημένη κρατάει ένα μόνο καρπούζι και αργεί να το ωριμάσει, η κολοκυθιά όμως μπορεί να θρέψει πολύ περισσότερα του ενός και τα ωριμάζει ταχύτατα. Έτσι η παραγωγή είναι γρήγορη, μεγαλύτερη και αποδοτικότερη (η χαρά τού εξαγωγέα). Τα καρπούζια όμως είναι «κολοκύθια»: άοσμα, άγευστα, άνοστα! (σιγά μην ξέρουν οι κουτόφραγκοι πώς πρέπει να είναι το καρπούζι). Δεν είναι επικίνδυνα (αντιθέτως είναι πολύ ωφέλιμα), δεν είναι μεταλλαγμένα, αλλά δεν είναι καρπούζια. Το πράγμα φαίνεται γενικεύτηκε και μάλλον γι αυτό αναζητούμε πια καρπούζι και καρπούζι δεν βρίσκουμε (σιγά μην ξέρουν οι νεοέλληνες πώς πρέπει να είναι το καρπούζι).
Αφού ευχαριστήσαμε και καληνυχτίσαμε πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Δεν θα σας ζαλίσω με αναλύσεις όπως συνηθίζω και θα κλείσω με μια συμβουλή:
Άμα δείτε καρπούζι (με δοκιμή) με πολλά (μα πολλά) μαύρα σπόρια και το «άσπρο» να είναι δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με το «κόκκινο» και ασύμμετρο σε πάχος, πάρτε το πριν προλάβει κανείς άλλος. Είναι καρπούζι και όχι ... κολοκύθια!!
Τόλμησα, ο αδαής, να ανοίξω κουβέντα (περί αγνών περιβολιών, μεταλλαγμένων κτλ) και νέα έκπληξη διαδέχθηκε το γευστικό σοκ: έβγαλα λαυράκι. Έμαθα γιατί αυτά τα ρημαδοκάρπουζα που τρώμε τα τελευταία χρόνια μπορεί να είναι κόκκινα, ζουμερά, δροσιστικά, αλλά ... καρπούζια δεν είναι. Δεν μυρίζουν καρπούζι, δεν έχουν γεύση καρπούζι (οι τσίχλες με τεχνητό-χημικό άρωμα καρπουζιού είναι πιο εύγευστες!).
Το μυστικό είναι ... η κολοκυθιά!
Πριν πολλά χρόνια κάποιοι ξύπνιοι παραγωγοί, προκειμένου να προλάβουν τις αγορές του Βορρά και να εξάγουν καρπούζια ΠΡΙΝ από τους ανταγωνιστές των άλλων μεσογειακών χωρών, άρχισαν να κεντρώνουν καρπούζια στις κολοκυθιές! Η καρπουζιά η καημένη κρατάει ένα μόνο καρπούζι και αργεί να το ωριμάσει, η κολοκυθιά όμως μπορεί να θρέψει πολύ περισσότερα του ενός και τα ωριμάζει ταχύτατα. Έτσι η παραγωγή είναι γρήγορη, μεγαλύτερη και αποδοτικότερη (η χαρά τού εξαγωγέα). Τα καρπούζια όμως είναι «κολοκύθια»: άοσμα, άγευστα, άνοστα! (σιγά μην ξέρουν οι κουτόφραγκοι πώς πρέπει να είναι το καρπούζι). Δεν είναι επικίνδυνα (αντιθέτως είναι πολύ ωφέλιμα), δεν είναι μεταλλαγμένα, αλλά δεν είναι καρπούζια. Το πράγμα φαίνεται γενικεύτηκε και μάλλον γι αυτό αναζητούμε πια καρπούζι και καρπούζι δεν βρίσκουμε (σιγά μην ξέρουν οι νεοέλληνες πώς πρέπει να είναι το καρπούζι).
Αφού ευχαριστήσαμε και καληνυχτίσαμε πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Δεν θα σας ζαλίσω με αναλύσεις όπως συνηθίζω και θα κλείσω με μια συμβουλή:
Άμα δείτε καρπούζι (με δοκιμή) με πολλά (μα πολλά) μαύρα σπόρια και το «άσπρο» να είναι δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με το «κόκκινο» και ασύμμετρο σε πάχος, πάρτε το πριν προλάβει κανείς άλλος. Είναι καρπούζι και όχι ... κολοκύθια!!