Πέθανε ο συνάνθρωπος, συλλυπητήρια σε όσους τον αγαπούσαν, ο Θεός ας τον συγχωρέσει. Στην κρίση Του παραπέμπονται οι ψυχές, ό,τι κι αν πούμε οι ζώντες περιττεύει.
Ωστόσο, επειδή ο εκλιπών είχε πλουσιότατο πολιτικό παρελθόν, επιτρέψτε μου, με την ευκαιρία της αποδημίας του, μερικές πολιτικές (και μόνο) απορίες.
Στις νεκρολογίες του στο διαδίκτυο, διαβάζουμε για το αντιστασιακό του παρελθόν. Πρώην σύντροφοί του, πολύ αξιόπιστοι και φίλτατοί μου, τον κατατάσσουν στους μάχιμους αντιχουντικούς και διηγούνται σχετικές ιστορίες: αναμφισβήτητη αντιΑπριλιανή δράση, στο πλευρό λαοφιλούς σοσιαλιστή ηγέτη. (Η παρουσία του άλλωστε δίπλα στον ηγέτη συνεχίστηκε στη μεταπολίτευση και ήταν έντονη σε όλη τη διάρκεια της ζωής του τελευταίου).
Ο μακαρίτης ήταν αντιστασιακός. Δεν χωρεί αμφιβολία. Δεν είναι έτσι επειδή έτσι νομίζουν μερικοί. Είναι έτσι, επειδή έτσι είναι.
Ωστόσο, ο αποβιώσας είχε προ ετών συλληφθεί από τις κάμερες μεγάλου ιδιωτικού καναλιού και θεαθεί σε «αμοντάριστα πλάνα» δελτίου ειδήσεων, να προσέρχεται από τους πρώτους, εμφανώς σοκαρισμένος, για να συμπαρασταθεί σε γνωστή πανίσχυρη οικογένεια εφοπλιστών-βιομηχάνων (μετόχους στο ίδιο κανάλι), όταν νεαρός σχετικά γόνος της οικογένειας είχε αποβιώσει αιφνιδίως. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, ότι τα πλάνα αυτά παρακολούθησα απευθείας σε συγγενικό σπίτι, του οποίου οι ιδιοκτήτες, φανατικοί οπαδοί του προαναφερθέντος ηγέτη, είχαν εκφράσει αρχικά απορία και στη συνέχεια ανοικτή δυσφορία για την άμεση παρουσία εκεί, στα μέγαρα της οικογένειας, αυτού του «δεξιού χεριού» τού «Αρχηγού», έστω και αν επρόκειτο για ανθρώπινη τραγωδία.
Πού ήταν το πρόβλημα; Μα στο ότι η οικογένεια αυτή, αν και διέθετε «αγωνιστική-αντιστασιακή συνιστώσα» είχε κάνει σοβαρές μπίζνες με την Χούντα, καταφέρνοντας μάλιστα να αποκομίσει και ένα διυλιστήριο. Οι συγγενείς μου δικαίως απόρησαν (και δυσφόρησαν) για το πώς ένας σοσιαλιστής, αντιστασιακός κατά της Χούντας, διατηρούσε τόσο στενές σχέσεις με καπιταλιστές, συνεργαζόμενους (τουλάχιστον) με τη Χούντα. Δικαίως διερωτήθηκαν μήπως αυτή η οικειότητα του «δεξιού χεριού» ήταν κάποιου είδους «συνδετικός κρίκος» τού σοσιαλιστή ηγέτη με το Κεφάλαιο.
Είχε ακολουθήσει σφοδρή συζήτηση, στην οποία οι πιο μετριοπαθείς είχαν προβάλει τη δικαιολογία των «προσωπικών» σχέσεων. Είχαν αντιτείνει στους ανένδοτους θεωρητικούς του σοσιαλισμού, ότι ο άνθρωπος (γενικά) είναι κοινωνικό ον. Διατηρεί προσωπικές, συναισθηματικές, ανθρώπινες εν τέλει, σχέσεις με άλλους ανθρώπους, των οποίων οι πολιτικές απόψεις, το επαγγελματικό παρελθόν και το οικονομικό στάτους δεν μπορούν και δεν πρέπει να τις επηρεάζουν. Οι σκληροί θεωρητικοί βεβαίως, είχαν αντιτείνει ότι ο σοσιαλιστής δεν μπορεί να συναγελάζεται με τους κεφαλαιοκράτες, διότι έτσι οποιαδήποτε κουβέντα περί «πάλης των τάξεων» καταντά γελοία. Ότι οι φιλίες με βιομηχάνους, βλάπτουν τον σοσιαλιστή (και κατ’ επέκταση τον σοσιαλισμό) διότι ο μη προνομιούχος πολίτης αισθάνεται προδομένος και ωφελούν τους βιομηχάνους, προσφέροντάς τους φιλολαϊκό «προφίλ».
Οι πολιτικές λοιπόν απορίες που ανακύπτουν σε τέτοιες περιπτώσεις (ξανά και ξανά) έχουν ως εξής:
Τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «Αντίσταση», «Ρήξη», «Επανάσταση»; Είναι ο αντιστασιακός, ο ριζοσπάστης, ο επαναστάτης, υποχρεωμένος να τηρεί αποστάσεις από το καθεστώς, την άρχουσα τάξη, τις ελίτ ή μπορεί να επικαλείται «προσωπικές» ή «δημόσιες» σχέσεις; Δικαιούνται οι ακόλουθοι, θιασώτες ή θαυμαστές του να «χάνουν κάθε ιδέα» όταν αυτός μετατρέπεται σε συνδαιτήμονα ή/και συνεργάτη των πλουτοκρατών ή μπορούν να ρίχνουν κι αυτοί «νερό στο κρασί» τους;
Τα παραδείγματα είναι πάμπολλα.
Γνωστή, φωνασκούσα κατά κανόνα, βουλευτίνα των κομμουνιστών, χριστιανικών πάντως πεποιθήσεων, είχε συλληφθεί από τον φωτογραφικό φακό χαριεντιζόμενη με διάσημη κυρία σύζυγο μεγιστάνος, κατά τη δεξίωση για τα εγκαίνια ραδιοφωνικού σταθμού συμφερόντων της τελευταίας, στον οποίο η πρώτη είχε προσληφθεί με την δημοσιογραφική της ιδιότητα. (Στον ίδιο ραδιοσταθμό είχε προσληφθεί και συμπαθέστατος καλλιτέχνης «αναρχικών» αποχρώσεων).
Ο πρεσβύτερος της οικογενείας των εφοπλιστών-βιομηχάνων που απογειώθηκε επί Χούντας, είχε συλληφθεί από τον φωτογραφικό φακό (υπό μεγάλο ζουμ) να ρίχνει «πατρικά»-«χαϊδευτικά» μπατσάκια σε περιχαρή «Πρώτη Κυρία», σύζυγο «ριζοσπάστη» πρωθυπουργού, όταν η τελευταία τον υποδεχόταν ως οικοδέσποινα κάποιου «μεγάρου». Εδώ είναι ενδιαφέρον και το εξής: Πλήθος στελεχών του «ριζοσπαστικού» κόμματος και προσωπικοτήτων που εκφράζει ο πολιτικός χώρος του πρώην αυτού «αριστερού» πρωθυπουργού και της «αριστερής» συμβίας του, έχουν, κατά καιρούς, τηρήσει άμεση ή έμμεση υποστηρικτική στάση έναντι «επαναστατικής» (κατ’ αυτούς και «τρομοκρατικής» κατά το καθεστώς) οργάνωσης, η οποία είχε κάποτε αποπειραθεί να δολοφονήσει τον πρεσβύτερο της οικογενείας των εφοπλιστών-βιομηχάνων και της οποίας ο βασικός «εκτελεστής» (με πολλές συμπάθειες στον χώρο της «οικοδέσποινας») είχε κατηγορήσει ανοικτά τον εν λόγω βιομήχανο για δολοφονία, κατά τη διάρκεια της δίκης τής οργάνωσης.
Θα επαναλάβω λοιπόν κάπως αλλαγμένα τα ερωτήματα:
Πού τελειώνει η «αντίσταση» και πού αρχίζει η αλλοτρίωση;
Πού τελειώνει η «ρήξη» και πού αρχίζει η ενσωμάτωση;
Πού τελειώνει η «επανάσταση» και πού αρχίζει το βόλεμα;
Και για να γίνω κάπως ωμός …
... πού τελειώνει η θεωρία και πού αρχίζει το δούλεμα;
Πού τελειώνει η ιδεολογία και πού αρχίζει η υποκρισία;